ανάργυρος

ανάργυρος
ος , ον
1) безденежный; бедный, нуждающийся; 2) не получающий денег (за работу); 3) предоставляемый бесплатно; 4) не содержащий серебро (о руде)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "ανάργυρος" в других словарях:

  • ἀνάργυρος — without silver masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανάργυρος — η, ο (AM ἀνάργυρος, ον) 1. αυτός που δεν έχει χρήματα, αχρήματος, απένταρος 2. αυτός που δεν παίρνει χρήματα για τις υπηρεσίες που προσφέρει νεοελλ. (για υπηρεσίες) αυτός που παρέχεται χωρίς λήψη χρημάτων, που γίνεται δωρεάν αρχ. αυτός που δεν… …   Dictionary of Greek

  • Πετράκης, Ανάργυρος — (19ος αι.). Γιατρός, πρώτος δήμαρχος Αθήνας. Καταγόταν από τη γνωστή οικογένεια ηγουμένων της ομώνυμης μονής, που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα από τη Δημητσάνα στα μέσα του 17ου αι. Πήρε μέρος στην Επανάσταση του 1821 και διετέλεσε δημογέροντας της… …   Dictionary of Greek

  • ἀναργύρως — ἀνάργυρος without silver adverbial ἀνάργυρος without silver masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνάργυρον — ἀνάργυρος without silver masc/fem acc sg ἀνάργυρος without silver neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναργύροις — ἀνάργυρος without silver masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναργύρου — ἀνάργυρος without silver masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναργύρους — ἀνάργυρος without silver masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναργύρων — ἀνάργυρος without silver masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνάργυροι — ἀνάργυρος without silver masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεμπέσης — Επώνυμο οικογένειας (αδελφών) αγωνιστών του 1821 από τις Σπέτσες. 1. Ανάργυρος. Φιλικός και πρόκριτος των Σπετσών. Με τα πλοία του Κυπρία και Ασπασία πήρε μέρος σε πολλές ναυμαχίες, ανάμεσα στις οποίες και σε εκείνη του Γέροντα. Συμμετείχε στην… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»